- θυροτηλέφωνο
- kapıcı telefonu
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
θυροτηλέφωνο — το τηλεπικοινωνιακή διάταξη που συνδέει την είσοδο κατοικίας ή πολυκατοικίας με τους εσωτερικούς χώρους της και χρησιμεύει για τη συνεννόηση μεταξύ επισκεπτών και ενοίκων, καθώς και για το άνοιγμα της θύρας με τηλεχειρισμό … Dictionary of Greek